Παρωτίδα - Σιελογόνοι αδένες - Τράχηλος - Θυρεοειδής

Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος Κριεζή Παναγιώτα

Η ιατρός κ. Κριεζή Παναγιώτα είναι εξειδικευμένη στη χειρουργική της παρωτίδας  και των υπογναθίων αδένων , έχοντας παρουσιάσει ίδιες τεχνικές για περισσότερο ασφαλείς επεμβάσεις σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια.

  • Παρωτιδεκτομή – αφαίρεση όγκων παρωτίδας
  • Αφαίρεση Υπογνάθιου αδένα
  • Θυρεοειδεκτομή
  • Αφαίρεση βραγχιακής κύστης τραχήλου
  • Αφαίρεση κύστης θυρεογλωσσικού πόρου
  • Λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου σε ογκολογικά περιστατικά

Η παρωτίδα είναι ένας σιελογόνος αδένας στα πλάγια του προσώπου ο οποίος παράγει σάλιο. Μπορεί να εμφανίσει διάφορες παθήσεις καθώς και νεοπλάσματα. Οι πιο συνηθισμένοι όγκοι  της παρωτίδας είναι το πλειόμορφο αδένα (μεικτός όγκος) και ο όγκος του Warthin.

Η επιπολής παρωτιδεκτομή  αφορά την επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται ο επιπολής      (επιφανειακός) λοβός της παρωτίδας . Η επέμβαση διενεργείται σε περιπτώσεις όγκων ή άλλων αλλοιώσεων  της παρωτίδας.

Η χειρουργική της παρωτίδας  είναι πολύ απαιτητική, η οποία πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο χειρουργό, χρησιμοποιώντας τεχνικές μεγέθυνσης του χειρουργικού πεδίου, και αυτό γιατί κατά την επέμβαση είναι δυνατό να θιγούν ζωτικοί σχηματισμοί, όπως αγγεία και νεύρα.

Για άριστο αισθητικό αποτέλεσμα χωρίς ορατές ουλές  προτιμούμε την τομή facelift τύπου S.

Η επέμβαση διενεργείται πάντα με τη χρήση ειδικής συσκευής νευροδιεγέρτη (neuromonitoring). Λόγω της παρουσίας του προσωπικού νεύρου -νευρώνει τους μιμικούς μυς του προσώπου-εντός της παρωτίδας, διενεργείται πάντα ανεύρεση και παρασκευή του στελέχους του προσωπικού νεύρου, καθώς και σχολαστική πλήρης παρασκευή όλων των κλάδων του ώστε να μην τραυματιστούν.

Η επέμβαση διενεργείται με  ηλεκτροαιμοστατικό ψαλίδι υπερήχων ώστε να είναι   ουσιαστικά αναίμακτη.

Μετά την επέμβαση παραμένει ένα έλλειμμα (βαθούλωμα) στη περιοχή και πιθανώς  ασυμμετρία  στο πρόσωπο.  Αυτό αποκαθίσταται άμεσα με χρήση μυϊκού κρημνού  και αυτομεταμόσχευση λίπους.

Η τεχνική αυτή μας έχει αποφέρει ταυτόχρονα και ελαχιστοποίηση του συνδρόμου Frey (γευστική υπεριδρωσία προσώπου) μία συνήθη επιπλοκή της παρωτιδεκτομής.

Σε περίπτωση προσβολής του εν τω βάθει λοβού της παρωτίδας ή και σε περιπτώσεις κακοήθων όγκων, μπορεί να χρειαστεί ολική παρωτιδεκτομή – αφαίρεση της παρωτίδας.

Ο υπογνάθιος αδένας είναι ένας σιελογόνος αδένας σε μέγεθος δαμάσκηνου που βρίσκεται ακριβώς κάτω από την κάτω γνάθο. Το σάλιο διοχετεύεται μέσω  του πόρου του αδένα στο εσωτερικό του στόματος κάτω από τη γλώσσα ακριβώς πίσω από τα κάτω μπροστινά δόντια.

Ο συνηθέστερος λόγος για την αφαίρεση του υπογναθίου αδένα είναι η λοίμωξη – σιαλαδενίτιδα – που συμβαίνει σε απόφραξη του πόρου του αδένα.  Αυτό συνήθως εμφανίζεται σε σιαλολιθίαση.

Ένας σπανιότερος λόγος αφαίρεσης αδένα είναι η εμφάνιση όγκου του υπογναθίου αδένα.

Η αφαίρεση του υπογναθίου αδένα πραγματοποιείται υπό γενική αναισθησία. Μετά από μία τομή μήκους 4cm στο δέρμα κάτω από τη γωνία της κάτω γνάθου, παρασκευάζεται προσεκτικά ο αδένας από τα αγγεία και τα νεύρα της περιοχής.  Η τομή αποκαθίσταται με πλαστική ραφή για να μην υπάρχει ουλή, ενώ ο ασθενής επιστρέφει σχεδόν άμεσα στις δραστηριότητές του.

Ο θυρεοειδής αδένας βρίσκεται στην πρόσθια τραχηλική χώρα και είναι υπεύθυνος για την παραγωγή των ορμονών σημαντικών για  λειτουργίες του οργανισμού, όπως ο μεταβολισμός, η καρδιαγγειακή λειτουργία, διάθεση κτλ. Ο όρος βρογχοκήλη περιγράφει τη διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα.

Οι παθήσεις του θυρεοειδούς μπορεί να αφορούν μεταβολές του μεγέθους του ή/και διαταραχή στη λειτουργία του τουτέστιν υπέρ- ή υποθυρεοειδισμός.

 Η συχνότερη  διαταραχή είναι η οζώδης και η πολυοζώδης βρογχοκήλη, με την εμφάνιση πολλαπλών όζων εντός του θυρεοειδούς και αύξηση του μεγέθους αυτού.

Η διάγνωση γίνεται  με αιματολογικές-ορμονολογικές εξετάσεις, με υπερηχογράφημα και  σπινθηρογράφημα, καθώς επίσης και με  βιοψία δια λεπτής βελόνης FNA.

Υπάρχει σημαντικός συσχετισμός των όζων του θυρεοειδούς, ειδικά των ορμονικά ανενεργών, με τον καρκίνο του θυρεοειδούς, ο οποίος αποτελεί και το συχνότερο καρκίνο των ενδοκρινών αδένων. Διακρίνεται σε καλώς διαφοροποιημένες μορφές (θηλώδης, θηλακιώδης και μυελοειδής), που έχουν γενικά καλή πρόγνωση και ήπια βιολογική συμπεριφορά και στον αδιαφοροποίητο αναπλαστικό καρκίνο, που αποτελεί και την επιθετικότερη μορφή.

Οι διάφορες παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα απαιτούν αρκετά συχνά χειρουργική αντιμετώπιση. Η χειρουργική του θυρεοειδούς είναι απαιτητική χειρουργική, η οποία πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο χειρουργό, χρησιμοποιώντας τεχνικές μεγέθυνσης του εγχειρητικού πεδίου, και αυτό γιατί κατά την επέμβαση είναι δυνατό να θιγούν πολλοί ζωτικοί σχηματισμοί, όπως τα λαρυγγικά νεύρα (υπεύθυνα για  φώνηση και  κατάποση), αγγεία όπως η καρωτίδες και οι σφαγίτιδες, η τραχεία, ο οισοφάγος κ.α.

Η θυρεοειδεκτομή διενεργείται με μία  τομή δέρματος  3 – 4 εκατοστών στο κατώτερο όριο  του τραχήλου. Χρησιμοποιούνται ειδικές μορφές ενέργειας, όπως αυτές των υπερήχων και των ραδιοσυχνοτήτων R-F, ενώ η διαφύλαξη των νεύρων της φώνησης, επιτυγχάνεται με τη χρήση εξειδικευμένου ηλεκτρονικού εξοπλισμού νευροδιεγέρτη, neuromonitoring.

Οι βραγχιακές κύστεις είναι συγγενείς επιθηλιακές κύστεις, οι οποίες προκύπτουν στα πλάγια του τραχήλου   από την αποτυχία της εξάλειψης κάποιας  βραγχιακής  σχισμής κατά την  εμβρυϊκή ανάπτυξη. Συνήθως αφορούν στη δεύτερη βραγχιακή σχισμή και ανευρίσκονται στα πλάγια του τραχήλου, ενώ σπανιότερα  μπορεί να αφορούν στην  Ι, ΙΙΙ, ΙV με περιπλοκότερη ανατομία.

Η εμφάνιση της βραγχιακής κύστης δε συσχετίζεται με το φύλο ή την καταγωγή. Εμφανίζεται σε άτομα νεαρής ηλικίας, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενηλικίωση.

 ΟΙ βραγχιακές κύστεις είναι συνήθως ασυμπτωματικές. Μπορούν ωστόσο να φλεγμαίνουν ή να αποστηματοποιηθούν, ειδικά κατά τη διάρκεια  λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος. Τότε ο ασθενής ψηλαφά μία κλυδάζουσα μάζα στα πλάγια του τραχήλου, πολλές φορές επώδυνη, ενώ άλλες φορές παρατηρείται  και έξοδος πυώδους υλικού από κάποιο στόμιο στο δέρμα του τραχήλου ή στο φάρυγγα. Ανάλογα με το μέγεθος και την ανατομική θέση της κύστης  μπορεί να εμφανιστούν τοπικά συμπτώματα, όπως δυσφαγία, δυσφωνία, δύσπνοια και συριγμός.

Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκινώματος εντός μίας  βραγχιακής κύστης εκτιμάται κάτω του 1%.

Η θεραπεία της βραγχιακής κύστης είναι η χειρουργική αφαίρεσή της. Όπως όλη η χειρουργική του τραχήλου, έτσι και η αφαίρεση της βραγχιακής κύστης απαιτεί εξειδίκευση από τον χειρουργό. Χρησιμοποιείται πάντα διεγχειρητική μεγέθυνση για την  προστασία ευάλωτων  ανατομικών δομών όπως οι καρωτίδες, οι σφαγίτιδες, τα λαρυγγικά νεύρα κ.α. Χρησιμοποιείται ενέργεια τύπου υπερήχων ή ραδιοσυχνοτήτων R-F για την ακριβή αφαίρεση της κύστης και πλήρη απομόνωσή της από τους γύρω ιστούς, ώστε να εξαλειφθεί ο κίνδυνος υποτροπής. Η επέμβαση διενεργείται από μια δερματική τομή στο ύψος της κύστης, συνήθως σε κάποια πτυχή του δέρματος , ώστε με την ταυτόχρονη πλαστική αποκατάσταση να «κρυφθεί» τελείως η ουλή.

Η κύστη του θυρεογλωσσικού πόρου  είναι η συνηθέστερη συγγενής κύστη του τραχήλου. Εμφανίζεται συνήθως στη μέση γραμμή και είναι η συχνότερη μάζα μέσης γραμμής του τραχήλου στους νεαρούς ασθενείς. Προκύπτει από την αποτυχία της φυσιολογικής απορρόφησης του θυρεοειδούς πόρου κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης (8η-10η εβδομάδα κύησης), και μπορεί έτσι να εμφανιστούν οπουδήποτε κατά μήκος της πορείας του πόρου, από το επίπεδο του θυρεοειδούς έως το τυφλό τρήμα στη βάση της γλώσσας.

Οι κύστεις θυρεογλωσσικού πόρου εμφανίζονται συνήθως κατά την παιδική ηλικία (90% πριν την ηλικία των 10 ετών) ή παραμένουν ασυμπτωματικές έως ότου μολυνθούν, οπότε μπορούν να παρουσιαστούν ανά πάσα στιγμή. Η εμφάνιση τους  είναι συνήθως είτε μια ανώδυνη στρογγύλη διόγκωση της μέσης γραμμής του τραχήλου, ή εάν μολυνθεί ως μία εξέρυθρη φλεγμαίνουσα μάζα. Κινείται με την  κατάποση και ανέρχεται με την έξοδο της γλώσσας από το στόμα.

Η διάγνωση γίνεται με απεικονιστικές μεθόδους, υπέρηχο, CT, MRI.

Η θεραπεία της κύστης του θυρεογλωσσικού πόρου είναι η χειρουργική εξαίρεση.  Η επέμβαση Sistrunk είναι η πιο ενδεδειγμένη θεραπευτική προσέγγιση. Σε αυτήν διενεργείται πλήρης εκτομή της κύστης και του πόρου μέχρι το τυφλό τρήμα, ενώ αφαιρείται en bloc και το μεσαίο τρίτο του υοειδούς οστού, ώστε να μην υπάρχει υποτροπή. Η κύστη προσεγγίζεται από μία μικρή δερματική οριζόντια τομή στο ύψος του θυρεοειδούς χόνδρου και αποκαθίσταται με ενδοδερμική ραφή ώστε να μην υπάρχει ουλή.

Οι καρκίνοι στην περιοχή της κεφαλής και του τραχήλου συχνά μεθίστανται στους τραχηλικούς λεμφαδένες. Ο όρος λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου αναφέρεται σε μια χειρουργική διαδικασία στην οποία αφαιρείται το ινολιπώδες περιεχόμενο του τραχήλου en bloc με τους λεμφαδένες, για τη θεραπεία των τραχηλικών λεμφαδενικών μεταστάσεων. Ο λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου χρησιμοποιείται συνηθέστερα στη διαχείριση των καρκίνων του στοματοφάρυγγα και του λάρυγγα, όπως επίσης  και καρκινωμάτων του δέρματος της περιοχής της κεφαλής και του τραχήλου, του θυρεοειδούς και των σιελογόνων αδένων.

Οι λεμφαδένες του τραχήλου «χωρίζονται» σε ομάδες οι οποίες μπορεί να προσβληθούν ανάλογα με την αρχική εστία της κακοήθειας.

Η τρέχουσα ταξινόμηση του λεμφαδενικού καθαρισμού του τραχήλου αναπτύχθηκε  από την Επιτροπή Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου και  Ογκολογίας της Αμερικανικής Ακαδημίας Ωτορινολαρυγγολογίας-Χειρουργικής Κεφαλής. Κατηγοριοποιούνται  ανάλογα με τη διατήρηση σημαντικών  ανατομικών δομών, όπως ο στερνοκλειδομαστοειδής μυς, η σφαγίτιδα φλέβα, το παραπληρωματικό νεύρο και ανάλογα με την ομάδα των αφαιρούμενων λεμφαδένων ως εξής:

  • Ριζικός λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου. Δεν εφαρμόζεται στις μέρες μας.
  • Τροποποιημένος λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου. Διατήρηση κάποιου ή όλων από τις σημαντικές ανατομικές δομές του τραχήλου ήτοι στερνοκλειδομαστοειδής μυς, σφαγίτιδα φλέβα, παραπληρωματικό νεύρο.
  • Εκλεκτικός λεμφαδενικός καθαρισμός τραχήλου. Αφαιρείται κάποια ή κάποιες από τις λεμφαδενικές ομάδες ανάλογα με την αρχική εντόπιση της κακοήθειας.
  • Εκτεταμένος λεμφαδενικός καθαρισμός, με αφαίρεση δομών πέραν του επιπέδου του τραχήλου.